- μετεγγράφομαι
- μετεγγράφομαι, μετεγγράφηκα βλ. πίν. 122
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
μεταδημοτεύω — [μεταδημότης] μετεγγράφομαι στα μητρώα άλλου δήμου … Dictionary of Greek
μεταγράφομαι — μεταγράφομαι, μεταγράφ(τ)ηκα, μεταγραμμένος βλ. πίν. 122 Σημειώσεις: μεταγράφομαι : χρησιμοποιείται ορισμένες φορές και με την έννοια του μετεγγράφομαι (όπως και το ουσ. μεταγραφή αντί του σωστού μετεγγραφή) … Τα ρήματα της νέας ελληνικής